Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2011

"Ωδή στη Σούρπη"




 Ξένε πολίτη του κόσμου, θα σε ξεναγήσω στη γή της βοιωτίας ενα προσκύνημα που η δόξα και η φήμη της ταξιδεύουν παντοτεινά στο χρόνο του μύθου και της ιστορίας .Με τα βήματα της Ιούς, της αδερφής του Ήλιου και της σελήνης ,μητέρας των ανέμων ,με τ άσπρα της τ άλογα και με Ηνίοχο τον γυό του φαέθονα να γωτίζει τη γή της Βοιωτίας.
  Ελα ξένε στη βορινή πύλη , απο όπου ο τροπαιοφόρος Ερμής φέρνει το φως απο τους Δελφούς του φοίβου Απόλλωνα , να σε δεχθεί η Βοιωτία με μυρτιές και δάφνες.Στη πέτρινη χώρα του Παρνασσού θα σ ανεβάσω κι απο κει στον ελατόφυτο βραχίονα του ελικώνα θα σε οδηγήσω, κεί που οι μούσσες οι εννιά νανουρίζουν με το γλυκό , τ αέρινο τραγούδι τους και σε ξυπνούν...
  'Ω, Ελικώνα ,πατέρα, μάννα και παραμμάνα των Σουρπαίων που βύζαιναν απ τα χλωρά κλαδιά του ελάτου σου ,του πουρναριού, μέσα απο την ευωδία της ρίγανης, του θυμαριού και της Μυρτιάς,πίνοντας δροσερό νερό απο τις κρόνιζες κι απ την κουρήτα τ Αϊ γιωργιού το μεροκάμματο για τα παιδιά και τη γυναίκα τους.Και μ ένα φόρτωμα απο ξύλα , για μιά οκά φασόλια ή φακές, για να ζεστάνουνε το κρύο αίμα των ισχυρών της Λιβαδειάς.
  Σούρπη, τα λιγοστά σταφύλια και τα στάρια σου τάιζαν τα μωρά και τους παππούδες ,τα πρώτα για να συννεχίσουν την ιστορία και οι άλλοι για να τους την παραδώσουνε.
Ξένε, πρίν πας για τους Δελφούς να πάρεις της Πυθίας τους χρησμούς, πέρνα και λούσου στα γάργαρα της κρύας τα νερά, τ αστείρευτα , πού χει φύλακας ο Μάντης ο Τροφώνειος βλογημένα, κι όπως σε πάει ο δρόμος, π'ερνα απ ΄τη Σούρπη πρώτα, να πιείς νερό δροσάτο , να πιείς κρασί, να δοκιμάσεις την ελιά και το κοψίδι, να φάς ψωμί σταρένιο, κι ύστερα σλυρε να προσκυνήσεις όπους θές, πέρνα κι απ το Ζερίκι, το Κιριάκι, στάσου λίγακι στ΄οσιου Λουκά το μοναστήρι, κι ύστερα ξαναγύρνα.
   Σούρπη, χαϊμαλί , στολίδι στο στήθος του Ελικώνα, στης Λιβαδειάς τη κεφαλή στεφάνι, και με ποδιά τη κοπαϊδα, που ο ίδρωατς των τέκνων σου τη ξανακάνουν λίμνη, που μέσα της γυααλίζονταν οι κόποι του λιπόσαρκου και επίμονου εργάτη, του δουλευτή , τ αγρότη και κούνια του αγνώστου φοιτητή. Ποιός θα το φανταζόταν πως κείνα τ άγνωστα ,ξυπόλυτα παιδία θα γίνονταν πασίγνωστα κι ωφέλιμα σ όλους εκείνους που δέ ξέρουν το χωρίο μας
   Μπορεί πολλοί απ τους Βοιωτούς , κι όχι μονάχα, να μή γνωρίζουνε τη Κίνα, την Αμερική, τον Καναδά, την Αυστραλία, τους Ρώσσους και την Αφρική κι άλλους πολλούς παράξενους λαούς. Ομως της Σούρπης τη φιλοξενία κτη ξέρουν και τη νιώθουνε καλά.
Τιμή σ εκείνους που κρατάν τη Σούρπη Ζωντανή. Ξένε, διαβάτη όταν περνάς απο τη Σούρπη,μείνε Τώρα δεν είσαι ξένος.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου